Σάββατο 7 Μαρτίου 2009

Δύο αδέλφια κηδεύουν δέκα αγαπημένα πρόσωπα

Η σύνταξη πιστή στην υπόσχεση που σας είχε δώσει, επανέρχεται στις δολοφονίες Ελληνοκυπρίων από το χωριό Παλαίκυθρο.

  1. Είναι άξιον απορίας αν ο πρώην ΓΓ του ΑΚΕΛ, θεωρεί ότι για τα εγκλήματα που αφηγούνται πιο κάτω, είμαστε κι εμείς συνυπεύθυνοι.
  2. Είναι άξιον απορίας αν ο προκλητικός υπουργός Παιδείας και Αφελληνισμού, εξακολουθεί να πιστεύει στην επαναπροσέγγιση, χωρίς πρώτα την δικαίωση αυτών των ψυχών που δολοφονήθηκαν άνανδρα και την παραδειγματική τιμωρία των Τουρκοκύπριων δολοφόνων.
  3. Είναι άξιον απορίας βέβαια και το γιατί αυτή η τραγική ιστορία, δεν προβλήθηκε από το κρατικό κανάλι.

Τα αδέλφια Γιώργος και Γιαννούλα Λιασή, από το Παλαίκυθρο, κηδεύουν τη μητέρα τους, τρεις αδελφές, ένα ανιψάκι, το θείο, τη γιαγιά και τον παππού. Μαζί τους θα κηδευτούν και τα πεθερικά του Γιώργου.

«Κάνουμε μια ετεροχρονισμένη κηδεία», είπε ο Γιώργος Λιασής, ο οποίος αύριο Κυριακή κηδεύει τη μητέρα του, τρεις αδερφές, ένα ανιψάκι, το θείο του, τη γιαγιά και τον παππού, τους γονείς της μητέρας του.
Μιλώντας για πρώτη φορά για την τραγική εκείνη ημέρα, η Γιαννούλα Λιασή, που δέχθηκε 17 σφαίρες, λέει ότι η ζωή της σταμάτησε εκεί, στις 17 Αυγούστου 1974.
Την ημέρα εκείνη στο σπίτι του Ανδρέα Σουππουρή στο Παλαίκυθρο, η οικογένεια Λιασή έχασε οκτώ μέλη. Εκτελέστηκαν εν ψυχρώ και τα οστά τους βρέθηκαν σε ομαδικό τάφο στο κατεχόμενο Παλαίκυθρο, μαζί με άλλα εννιά άτομα.
Νεαροί Τουρκοκύπριοι εκτέλεσαν το ζεύγος Ιωάννη και Χριστίνα Μιχαήλ, 77 και 68 ετών, το γιο τους Μιχάλη Μιχαήλ, 42 ετών, την κόρη τους Μαργαρίτα Λιασή, 48 ετών, τις τρεις κόρες της Μαργαρίτας: Ελένη, 25, Χριστίνα, 23 και Ιλιάδα, 18 ετών, καθώς και το μικρό Λουκά Κκάιλο, 2 ετών, εγγονό της Μαργαρίτας.
Από την οικογένεια Λιασή επέζησαν ο Γιώργος, 15 χρονών τότε και η Γιαννούλα, 27 ετών, που τραυματίστηκαν από τους πυροβολισμούς, καθώς και ο Παναγιώτης που υπηρετούσε στην Εθνική Φρουρά. Ο πατέρας, Λουκάς Λιασή, επέζησε επίσης, εργαζόταν στη Λιβύη αλλά πέθανε πριν από πέντε χρόνια πριν προλάβει να επιβεβαιώσει αυτό που ήδη ήξερε.
Ο επίλογος της οικογένειας που ξεκληρίστηκε θα γραφτεί αύριο Κυριακή, 8 Μαρτίου στις 12.30 στην εκκλησία Αποστόλου Ανδρέα στο Πλατύ Αγλαντζιάς και η ταφή στο νέο Κοιμητήριο Αγλαντζιάς.

Αναμνήσεις
Είκοσι ένα άτομα τεσσάρων οικογενειών - Λιασή, Γεωργίου Γιαννάκη, Γιαννάκη Μιχαήλ και Ανδρέα Σουππουρή - είχαν καταφύγει στο σπίτι του τελευταίου. Οι πρώτες τρεις οικογένειες ήταν συγγενικές μεταξύ τους και το σπίτι του Ανδρέα Σουππουρή, γειτονικό. Τα πλείστα άτομα ήταν γυναικόπαιδα και ηλικιωμένοι. Στον ίδιο τάφο βρέθηκαν τα οστά της Σωτήρας Γεωργίου, της 7χρονης κόρη της, Μαίρης, και του μόλις 9 μηνών γιου της, Γιαννάκη, η κηδεία των οποίων έγινε στο χωριό Εργάτες στις 14 Φεβρουαρίου, και έξι μελών της οικογένειας Σουππουρή.
Ο Γιώργος Λιασής θυμάται και αφηγείται στο ΚΥΠΕ: «Κατά τις 10 το πρωί του Σαββάτου, 17 Αυγούστου μπήκαν στο σπίτι τέσσερις Τουρκοκύπριοι με όπλα. Μας έβγαζαν βίαια έξω από το σπίτι στην αυλή. Όπως βγαίναμε έξω στην αυλή, κοντά στην πόρτα, ήταν ένας Τουρκοκύπριος που κρατούσε σωλήνα και μας χτυπούσε». Τους έβαλαν, είπε, να ξαπλώνουν κάθετα προς το αυτοκίνητο του Ανδρέα Σουππουρή και άρχισαν να πυροβολούν.
Η Γιαννούλα Λιασή θυμάται ότι δύο από τους τέσσερις Τουρκοκύπριους ήταν νεαρά παιδιά, 15 με 18 χρονών. Δύο από τους τέσσερις κρατούσαν όπλα. Κατάλαβε ότι ήταν Τ/κ γιατί μιλούσαν ελληνικά και ήταν ντυμένοι με πολιτικά και μόνο ένας φορούσε στρατιωτική στολή.

Σκότωσαν αγοράκι οκτώ μηνών
Τα κλάματα και τα ουρλιαχτά που ακούγονταν αρχικά, σίγησαν και ο Γιώργος Λιασής θυμάται ότι οι πυροβολισμοί σταμάτησαν ύστερα από αρκετή ώρα. Πυροβολούσαν από δύο μεριές. «Δεν σκέφτηκαν, δεν σεβάστηκαν. Έβαψαν τα χέρια τους με αίμα παιδιών οκτώ μηνών, δύο χρονών, επτά χρονών. Σκότωσαν γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους απροστάτευτους». Πιο πολύ κλαίγαμε γιατί είδαμε τη μάνα μας κάτω, τον παππού και τον κ. Αντρέα (Σουππουρή), ήταν νεκροί, είπε η Γιαννούλα Λιασή, που δεν μπορεί να συγκρατήσει τα δάκρυά της. «Ξέραμε ότι ήταν το τέλος μας», πρόσθεσε.
Οι τραυματίες μεταφέρθηκαν σε γειτονικό σπίτι όπου έφθασαν Τούρκοι γιατροί. Η Γιαννούλα Λιασή δεν μπόρεσε να σώσει το δίχρονο γιο της Λουκά. Το παιδί, η γιαγιά και η μια αδερφή, η Χριστίνα ξεψύχησαν πριν έρθει το ασθενοφόρο. Η ίδια βαριά τραυματισμένη από 17 σφαίρες σε όλο της το σώμα, μεταφέρθηκε σε πρόχειρο νοσοκομείο στο Δίκωμο. Ο Γιώργος Λιασής μαζί με τον Πέτρο Σουππουρή, παρόλο που ήταν τραυματισμένοι, έμειναν στο χωριό.
Στις 21 Αυγούστου του 1974, ανέφερε ο Γιώργος Λιασής, συγκέντρωσαν τους εγκλωβισμένους κατοίκους από όλα τα χωριά της περιοχής Κυθραίας, στο χωριό Βώνη, τα γυναικόπαιδα στο σχολείο και τους άνδρες στην εκκλησία. Ο ίδιος ήταν στην εκκλησία, όπου βρίσκονταν περίπου 300 άτομα. Κάθε νύχτα έπαιρναν μια ομάδα ανδρών, τους έβγαζαν έξω από την εκκλησία και «μετά άκουγες πυροβολισμούς. Ασφαλώς δεν τους βλέπαμε την επομένη».

Το αντάμωμα των δύο αδελφιών
Την Παρασκευή, 23 Αυγούστου, ο τότε Ύπατος Αρμοστής των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, Σαντρουντίν Αγά Χαν, πήγε στη Βώνη με δημοσιογράφους και τηλεοπτικά συνεργεία και κινηματογραφούσαν την εκκλησία, τους αιχμαλώτους και τους παπάδες που τους είχαν ξυρίσει τα γένια. «Σκέφτηκα», αφηγείται ο Γιώργος Λιασής, «ότι ήταν η μεγάλη ευκαιρία. Πήγα κοντά του και του αφηγήθηκα όλο το περιστατικό. Ήθελε να με πάρει από 'κει γιατί του είπα ότι έχω σφαίρα στο κεφάλι. Οι Τούρκοι δεν δέχονταν και μετά από λίγα λεπτά υποσχέθηκε ο κ. Αγά Χαν στους Τούρκους να με πάει στην ε/κ πλευρά, για να βγάλουν τη σφαίρα και μετά να με γυρίσει πίσω».
Όλη η συνομιλία, είπε, κινηματογραφήθηκε και από το ΡΙΚ και ο ίδιος την έχει στο αρχείο του. Όμως ένας Τούρκος αξιωματικός τον εμπόδισε να μπει στο αυτοκίνητο των Ηνωμένων Εθνών και δεν μπόρεσε να φύγει. Αυτό ήταν και η αιτία να ξαναβρεθεί με την αδερφή του. Η ιστορία έγινε γνωστή μέσω των ΜΜΕ και στις 24 Αυγούστου μεταφέρθηκε σε τ/κ νοσοκομείο στην κατεχόμενη Λευκωσία όπου νοσηλευόταν ήδη η αδερφή του Γιαννούλα. Τους επισκέφθηκε εκεί ο κ. Αγά Χαν και τους έβγαλε φωτογραφία. Ο Γιώργος Λιασής έγινε καλά, η αδερφή του, όμως, ήταν παράλυτη λόγων των πολλών τραυμάτων.

Η Γιαννούλα ήθελε να φύγει από την Κύπρο
Στις 7 Σεπτεμβρίου του 1974, τα δύο αδέρφια μεταφέρθηκαν σε νοσοκομείο στην κατεχόμενη Κερύνεια με το πρόσχημα της μετάβασής τους για αποθεραπεία στην Τουρκία. Φρουρούνταν όλο το 24ωρο. Αγωνιούσαν για τους γονείς, τους συγγενείς, τους φίλους τους. «Μας έλεγαν για ανταλλαγή ασθενών, μαθητών, αλλά τίποτα. Προσπάθησαν να ανταλλάξουν τη Γιαννούλα, αλλά δεν έγινε τίποτα». Ο Γιώργος και η Γιαννούλα Λιασή αφέθηκαν ελεύθεροι στις 28 Νοεμβρίου του 1974, αφού το θέμα συζητήθηκε στις διαπραγματεύσεις για ανθρωπιστικά θέματα. Η Γιαννούλα μεταφέρθηκε στην Ανατολική Γερμανία για θεραπεία για επτά μήνες.
Δείγμα γενετικού υλικού έδωσαν και τα τρία αδέρφια που επέζησαν, καθώς και ο σύζυγος της Γιαννούλας, Νικόλας. Ο Γιώργος, η Γιαννούλα και ο Παναγιώτης μένουν στην Αθήνα. Όπως είπε η Γιαννούλα Λιασή, ήθελε να φύγει από την Κύπρο. Δεν άντεχε. «Εγώ δεν λέω πόσο χρονών είμαι σήμερα. Η ζωή μου σταμάτησε εκεί». Της έχει μείνει μόνιμη βλάβη στο αριστερό χέρι και πόδι. Στα παιδιά της δεν είπε ποτέ τι έγινε και ας την ρωτούν. «Τους τα είπε ο πατέρας τους». Δεν θέλει να μιλά για εκείνες τις ημέρες. Πώς αισθάνεται τώρα που θα γίνει η κηδεία της οικογένειάς της, τη ρωτάμε. Με μάτια βουρκωμένα απαντά: «Είναι πιο βαρύ τώρα. Θα ησυχάσουμε γιατί θα αναπαυθεί η ψυχούλα τους, να τους ανάβουμε το κεράκι και να ξέρουμε ότι δεν είναι χωρίς κηδεία».

Δεν θέλει να πάει στο Παλαίκυθρο
Ο Γιώργος Λιασής έχει μιλήσει στα δικά του παιδιά, για την τραγωδία του '74, όχι με λεπτομέρειες, αλλά «τα παιδιά πρέπει να ξέρουν. Είναι πιο βαρύ, αλλά και πιο ελαφρύ τώρα. Είναι ο επίλογος με τον πιο επίσημο τρόπο, πάμε να κάνουμε μια ετεροχρονισμένη κηδεία», λέει ο Γιώργος.
Τι ζητάνε γι' αυτούς που σκότωσαν τους δικούς τους ανθρώπους; «Όχι ατιμωρησία. Πρέπει να προσαχθούν σε δίκη, ειδικά η Τουρκία που έκανε την εισβολή», λέει ο Γιώργος, ενώ η Γιαννούλα ζητά να «μη δουν χαΐρι» αυτοί που της έκαναν κακό. «Να τιμωρηθούν και αυτοί, όπως βασανίζομαι και εγώ. Είμαι μια ζωντανή - νεκρή».
Μέσα από την τραγωδία της έχει και μια καλή ανάμνηση, όσο σχήμα οξύμωρο και αν είναι, από έναν Τούρκο αξιωματικό που όταν είδε το νεκρό παιδί στην αγκαλιά της, της ζήτησε να κατονομάσει το δολοφόνο για να τον σκοτώσει. Οι ύποπτοι που της έδειξαν, όμως, δεν θύμιζαν κανέναν από τους τέσσερις. Όταν την πυροβολούσαν κοίταγε κάτω, στο χώμα, κρατώντας αγκαλιά το μικρό Λουκά, που προσπάθησε μάταια να σώσει.
Τριάντα πέντε χρόνια μετά, η Γιαννούλα Λιασή δεν θέλει να πάει στην κατεχόμενη γενέτειρά της, το Παλαίκυθρο, δεν θέλει να επιστρέψει
«ποτέ. Δεν μπορώ να πάω στο χωριό μου, ούτε απ' έξω να περάσω».
Ο Γιώργος Λιασής πήγε τον Ιούνιο του 2007, όταν ακούστηκαν οι πρώτες πληροφορίες για τον ομαδικό τάφο. Πέρασε από το σπίτι του, το σπίτι του Σουππουρή, αλλά - όπως είπε - προσπαθούσε να σκέφτεται
«παράπλευρα πράγματα» και όχι τις τραγικές εκείνες ώρες της 17ης Αυγούστου του 1974.