Ασφαλώς δεν είναι κανείς τόσο αφελής, ώστε να πιστέψει πως το πραξικόπημα στην Κύπρο ήταν έργο μόνο της χούντας του Ιωαννίδη και των οργάνων της. Αλλά, ούτε και τα στοιχεία που υπάρχουν συνηγορούν σε κάτι τέτοιο. Αντίθετα, όλα βεβαιώνουν ότι τόσο το πραξικόπημα όσο και ο ΑΤΤΙΛΑΣ που ακολούθησε, αποτελούσαν ένα ενιαίο σχέδιο των Αμερικανών με κύριο στόχο να προωθήσουν δυναμικά την πολιτική που από χρόνια είχαν υιοθετήσει για διχοτομική λύση του Κυπριακού. Ας δούμε όμως το θέμα αναλυτικότερα.
Το δικτατορικό καθεστώς - μαριονέτα των Αθηνών ήταν αδύνατο να προχωρήσει σε οποιαδήποτε ενέργεια στην Κύπρο, χωρίς να έχει εξασφαλίσει τις στοιχειώδεις εγγυήσεις ότι θα έχει την κάλυψη των Ηνωμένων Πολιτειών.Ο Αντιπτέραρχος Παπανικολάου στην προαναφερόμενη απόρρητη έκθεσή του λέει πως όταν στις 16 Ιουλίου του 1974, μια μέρα δηλαδή μετά το πραξικόπημα, ρώτησε τον Ιωαννίδη για τις επιπτώσεις αυτής της ενέργειας εισέπραξε την εξής απάντηση: "ούτε οι Αμερικανοί ούτε οι Τούρκοι επεθύμουν τον Μακάριον" (Στ. Ψυχάρη: "Τα παρασκήνια της Αλλαγής", Αθήνα 1975, σελ. 276). Αλλά και ο τότε αρχηγός του πολεμικού Ναυτικού Αντιναύαρχος Πέτρος Αραπάκης, σε δική του έκθεση, υποστηρίζει πως ο Ιωαννίδης τού είχε πει για το πραξικόπημα: "Κύριε αρχηγέ, όταν κάποτε πληροφορηθείτε τα εις χείρας μου στοιχεία και τας ενθαρρύνσεις ας είχον θα με δικαιολογήσητε" (στο ίδιο, σελ. 61). Πιο κατηγορηματικός και πιο σαφής απ' όλους, όμως, είναι ο στρατηγός Μπονάνος, ο οποίος πρωταγωνίστησε στην προετοιμασία και στην εκτέλεση του πραξικοπήματος κι έτσι η μαρτυρία του - αν και επιλεκτική, με αποσιωπήσεις και σκόπιμες συγχύσεις ως προς την ουσία του θέματος - έχει ιδιαίτερη σημασία:
"Πολλάκις - γράφει ο Μπονάνος - ο Ιωαννίδης με διαβεβαίωσεν, ότι οι Τούρκοι δεν πρόκειται να αναμειχθούν, διότι και οι Αμερικανοί είναι υπέρ της ανατροπής του Μακαρίου και θα σταθούν δίπλα μας εις πάσαν περίπτωσιν". Ακόμη ο Μπονάνος αναφέρει πως ο Ιωαννίδης του είχε πει "ότι έχει διαβεβαιώσεις από την CIA πως οι Τούρκοι δε θα επέμβουν".
"Δε γνωρίζω - προσθέτει ο τότε αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων - εάν ο Γκιζίκης είχε τρόπον να διασταυρώνη τας πληροφορίας αυτάς του Ιωαννίδη, εγώ όμως στερούμενος οιασδήποτε σχέσεως με τους Αμερικανούς, δεν τον είχα. Μόνο αι πληροφορίαι του Αρχηγού της ΚΥΠ Σταθόπουλου, που μου εδόθησαν υπό του ιδίου (... ) μου έδωσαν την εντύπωσιν διασταυρώσεως. Αι πληροφορίαι αυταί ήσαν αι εξής:
α. Ο εις Αθήνας αρχηγός του κλιμακίου της CIA, που δε γνωρίζω ποιος ήτο, είπε στον Σταθόπουλον ότι τώρα είναι η κατάλληλη ευκαιρία διά να επέμβωμεν στην Κύπρον, ότι οι Αμερικανοί δε θέλουν τον Μακάριον στην εξουσίαν και "είναι μαζί μας"!
β. Οτι τον επεσκέφθη - τον Σταθόπουλον - ο Ελληνοαμερικανός επιχειρηματίας Τομ Πάππας, ο οποίος του είπεν ότι η κατάστασης με τον Μακάριον πρέπει να εκκαθαρισθή και ότι τώρα είναι η κατάλληλος ευκαιρία. Επίσης του είπε ότι "η Αμερική είναι μαζί μας"" (Στρατηγού Γρ. Μπονάνου: "Η Αλήθεια", σελ. 218).
* * *
Την άμεση εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών στο πραξικόπημα της Κύπρου επιβεβαιώνει η ίδια τους η στάση, ειδικότερα από τη στιγμή που αυτό εκδηλώθηκε. Γράφει αναλυτικά ο Λώρενς Στερν:
"Καθ' όλη την πρώτη εβδομάδα της κρίσης, η επίσημη φωνή της Αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής ήταν αυτή του πρεσβευτή Ρόμπερτ Αντερσον, του επί του Τύπου εκπροσώπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ στην καθημερινή μεσηβρινή από μέρους του ενημέρωση του Τύπου. Ο Αντερσον ήταν ένας φιλικός και επί μακρό ταλαιπωρούμενος γραφειοκράτης, η δουλιά του οποίου ήταν, παρά τις πάρα πολύ επίμονες παρενοχλήσεις των ανακριτών - δημοσιογράφων, να εκφράζει πιστά το γράμμα και το πνεύμα αυτών που ο Κίσιγκερ ήθελε να ειπωθούν, χωρίς να αποκλίνει ούτε ίντζα από τις κατευθυντήριες γραμμές του υπουργού (... ) Τη μέρα του πραξικοπήματος, ο Αντερσον βρέθηκε μπροστά σε μια αίθουσα πλημμυρισμένη από δημοσιογράφους. Περιορίστηκε να δηλώσει απλά και ήρεμα ότι "η πολιτική μας παραμένει η ίδια, υποστηρίζουμε την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου και τις συνταγματικές της διατάξεις και καλούμε τα άλλα κράτη να ακολουθήσουν μια παρόμοια πολιτική". Αμέσως μετά, ο Αντερσον απάντησε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ανέλαβαν οποιεσδήποτε "διαπραγματεύσεις, μυστικές συνομιλίες, τηλεφωνικές συνδιαλέξεις", για να αποτρέψουν το πραξικόπημα.Το πιο σημαντικό ήταν αυτό που οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είπαν εκείνη τη μέρα. Ενώ η ενέργεια των Αθηνών είχε προκαλέσει την κατακραυγή ολόκληρης της Ευρώπης, ο εκπρόσωπος του Κίσιγκερ δεν πρόφερε ούτε μια επικριτική λέξη για την ανάμειξη της Ελλάδας ούτε μια λέξη καταδίκης για την ανακοινωθείσα δολοφονία του Μακαρίου (... )
* * *
Τις πρώτες μέρες, ύστερα από το πραξικόπημα, ο Αντερσον αμυνόμενος, παρέκαμπτε τις ερωτήσεις που αναφέρονταν στο θέμα της αναγνώρισης του καθεστώτος Σαμψών από τις Ηνωμένες Πολιτείες. "Η παρούσα κατάσταση στην Κύπρο δεν είναι σαφής", είπε την Τρίτη 16 Ιουλίου. "Και, κατά την άποψή μας, προς το παρόν, δεν εγείρεται θέμα αναγνώρισης".
"Είναι η κυβέρνηση Μακαρίου κυβέρνηση της Κύπρου αυτή τη στιγμή, όσον αφορά εμάς;" ρώτησε ένας ανταποκριτής.
"Δε θα ήθελα να προβώ σ' οποιοδήποτε σχόλιο".
Στις 17 Ιουλίου: "Ρόμπερτ, ποια κυβέρνηση αναγνωρίζουμε σήμερα; "
"Πάνω σ' αυτό το θέμα, εδώ είπα ότι, επί του παρόντος προσπαθούμε να προβούμε σε εκτίμηση της κατάστασης και δεν υπάρχει θέμα για... προσπαθούμε να αποφασίσουμε για να το θέσω μ' αυτό τον τρόπο"" (Λώρενς Στερν: "Λάθος Αλογο", εκδόσεις ΤΑΜΑΣΟΣ, Λευκωσία 1978, σελ. 143 - 145.
Χαρακτηριστικό της πολιτικής στάσης των Ηνωμένων Πολιτειών γύρω από την κυπριακή τραγωδία - και ενδεικτικό της άμεσης εμπλοκής τους σ' όλη την τραγική εξέλιξη του Ιουλίου 1974 - είναι και το γεγονός ότι ο Κίσιγκερ δέχτηκε συνάντηση με τον Μακάριο στη Νέα Υόρκη, όμως δεν τον δέχτηκε ως πρόεδρο αλλά ως αρχιεπίσκοπο (Ν. Κρανιδιώτη: "Ανοχύρωτη Πολιτεία", Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ, τόμος Β, σελ. 431).
"Ενα συμπέρασμα εξάγεται καθαρά - γράφει ο Λώρενς Στερν -, αναφορικά με τις προθέσεις του Κίσιγκερ, αμέσως μετά τη βίαιη ανατροπή της κυβέρνησης Μακαρίου. Ο Κίσιγκερ, αντίθετα με ό,τι συνέβη με την κυβέρνηση Τζόνσον στην περίπτωση της κρίσης του 1964, ήθελε να κάνει όσο το δυνατό λιγότερα: Δεν ήθελε να ανταγωνιστεί την ελληνική χούντα, που πατρόναρε το πραξικόπημα, δεν ήθελε να κατακρίνει το καθεστώς του Κύπριου πιστολά Σαμψών, δεν ήθελε να επικαλεσθεί εναντίον της Τουρκίας τις πολιτικές κυρώσεις σε περίπτωση εισβολής... " (στο ίδιο, σελ. 148).
Τι ήθελαν, λοιπόν, οι Ηνωμένες Πολιτείες; Προφανώς τα ήθελαν όλα. Ηθελαν και το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή. Χωρίς το πρώτο δε θα ερχόταν η δεύτερη. Και χωρίς τον Αττίλα δε θα ερχόταν η διχοτόμηση.