Αρθρογραφεί: Ιωάννα Χατζηκωστή
Αίμα θέλει και η ελευθερία και η ποίηση
«Η κυπριακή ποίηση έχει αίμα μέσα της»
Νικηφόρος Βρεττάκος
Το είπε απλά, ποιητικά και πέρα για πέρα αληθινά ο Νικηφόρος Βρεττάκος: «Η κυπριακή ποίηση έχει αίμα μέσα της». Η κυπριακή ποίηση φέρει μαζί της το στίγμα της ιστορίας του τόπου, μιας ιστορίας ήττας, κατάκτησης, βασάνων με λίγες μόνο αναλαμπές περηφάνιας και εμπερικλείει με τον διαυγέστερο τρόπο την ψυχή της Κύπρου, τη ψυχή μας. Είναι ο καθρέφτης μας. Το αίμα που έχει μέσα της, και που σωστά εντοπίζει ο Βρεττάκος, είναι το δικό μας αίμα. Εμείς την ποτίζουμε την κυπριακή ποίηση, εμείς που ποτίζουμε την κυπριακή ιστορία.
Διαβάζοντας κυπριακή ποίηση, συνειδητοποιεί κανείς με μια αρχική έκπληξη το εξής: το 1974 υπήρχε μέσα στην κυπριακή ποίηση πριν ακόμα συμβεί. Οι ποιητές, σαν άλλοι προφήτες, το έβλεπαν, συχνά με εικόνες πεντακάθαρες, το οσμίζονταν, συχνά με την μυρωδιά αίματος. Οσμίζονταν την καταστροφή που κανείς μας δεν μπόρεσε να αποτρέψει. Κι έπειτα θύμωσαν, με τον εαυτό τους και με μας, απελπίστηκαν με τον εαυτό τους και με μας. Μας μέτρησαν με τους ήρωες της ΕΟΚΑ και μας βρήκαν λίγους, μας έστησαν δίπλα από τα φανταστικά, κατασκευασμένα πρότυπα της ποίησης και πάλι δεν αρκούσαμε. Έφεραν μέχρι και τον Ονήσιλο να μας χτυπήσει με το καύκαλό του στο άδειο, ανεπαρκές και άχρηστο κεφάλι μας. Φώναξαν, έκλαψαν, θρήνησαν, παρηγόρησαν. Έστρεψαν το φως στο μέσα πλούτος μας, αφού χάσαμε τόσο πολύ από το ασήμαντο έξω πλούτος μας. Στόχευσαν στην ουσία. Χωρίς να πάψουν να νοσταλγούν, χωρίς να πάψουν να ελπίζουν, χωρίς να πάψουν να προειδοποιούν. Και πάλι, άραγε, εις ώτα μη ακουόντων;
Δεν έγραψαν ιστορία. Δεν γράφουν, άλλωστε, ιστορία οι ποιητές. Η ιστορία γράφεται πάντοτε μόνη της. Χωρίς τους ποιητές, χωρίς τους ιστορικούς. Ενίοτε και χωρίς τους πρωταγωνιστές. Οι ποιητές απλά μετουσιώνουν την ιστορία, τον πόνο, την αλήθεια, σε κάτι ανώτερο. Σε κάτι που θα μείνει. Με την ποίηση, ο πόνος του ενός εντάσσεται στον πανανθρώπινο πόνο και βρίσκει τη θέση του στη συλλογική συνείδηση. Η ποίηση ξεκινά από κάτι επίγειο για να ξεφύγει από αυτό, για να προχωρήσει προς το άπειρο και να ανέβει ως εκεί που οι δεσμοί δεν θα υπάρχουν πια, κανενός είδους δεσμοί. Η ποίηση βρίσκεται εκεί, ένα μόνο βήμα κάτω από την αιωνιότητα, κάτω από το ουράνιο.
Οι ποιητές δεν εκμεταλλεύονται ποτέ την ιστορία, τον πόνο, το δράμα. Αντίθετα, τους καλούς ποιητές τους εκμεταλλεύεται η ιστορία, τους εκμεταλλευόμαστε όλοι μας για να μετουσιώσουμε τον πόνο μας και να εκφράσουμε τον προβληματισμό μας. Το δράμα είναι που εκμεταλλεύεται τους ποιητές και τους ξεζουμίζει για να βρει κάποιου είδους λυτρωμό. Οι ποιητές μόνο δίνουν και δίνονται. «Οι κορφές δεν κρατούν τίποτα για τον εαυτό τους», θυμίζει ο Μόντης.
Είναι πια 2008, τριάντα τέσσερα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή. Υπάρχουν πολλά που θα έπρεπε να πούμε, για την αδικία, τον αγώνα που πρέπει να συνεχισθεί, και άλλα σχετικά. Τα λόγια φαίνονται όμως πια περιττά, τετριμμένα και έχουν χάσει την ουσία τους καθώς ποτέ δεν βρίσκουν αντίκρισμα. Επιστροφή, εισηγούμαστε, στην απλότητα, επιστροφή στην ουσία, επιστροφή στην ποίηση. Το αφιέρωμα στην εισβολή θα το κάνουμε αυτή τη φορά με τέσσερεις από τους σπουδαιότερους ποιητές μας. Γιατί η περιουσία μας τελικά είναι οι ποιητές μας και ο πολιτισμός μας. Περιουσία μας είναι αυτά που κουβαλούμε μέσα μας περισσότερο από αυτά που αφήσαμε πίσω μας. Περιουσία μας είναι και οι πληγές μας, αν πλυθούν και καθαριστούν και επουλωθούν σιγά –σιγά.